Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Μια Χριστουγεννιάτικη ιστορία

Η Μαρίνα Σοφούλη-Μαυροφείδη, Ψυχολόγος ΒΑ (Hons), MSc, απόφοιτος Πανεπιστημίου Strathclyde Γλασκώβης, παρουσιάζει μια ιστορία για τα Χριστούγεννα με διαχρονικό μήνυμα.

Τα μπισκότα ήταν περίπου έτοιμα. Το σπίτι μοσχομύριζε βούτυρο και σοκολάτα. Η Άννα περίμενε ανυπόμονη καθώς η μητέρα της έβγαζε το καυτό ταψί από το φούρνο. Η μικρή ανέβηκε σε μια καρέκλα και στάθηκε πάνω από το τραπέζι όπου η μητέρα της είχε ακουμπήσει τα αχνιστά μπισκότα να κρυώσουν.
«Μην ακουμπήσεις τίποτα ακόμα! Θα καείς!», της είπε προστακτικά. Εκείνη κατέβηκε από την καρέκλα. Άνοιξε την πόρτα του ψυγείου και κατέβασε το μπουκάλι με το γάλα. «Μαμά, ποτήρι!», είπε κρατώντας με τα δύο χέρια το μπουκάλι.

Κάπως έτσι κυλούσαν οι μέρες των Χριστουγέννων για την μικρή Άννα. Η μητέρα της μαγείρευε ασταμάτητα. Μπισκότα, γλυκά και περίεργα φαγητά. Κόσμος έμπαινε, κόσμος έβγαινε στο σπίτι. Φίλοι, συγγενείς έφερναν κι άλλα γλυκά και μπουκάλια από τα οποία έπιναν μόνο οι μεγάλοι και δώρα, πολλά δώρα, κυρίως για την Άννα.

Μόλις χτυπούσε το κουδούνι, εκείνη έτρεχε στην πόρτα. «Ποιος είναι; ποιος είναι;» ρωτούσε. Κι όλο έμπαινε κόσμος, στολισμένος που μύριζε πολλά αρώματα ανακατεμένα. Βαμμένες κυρίες με κραγιόν της γέμιζαν κοκκινάδια τα μαγούλα και μετά πήγαινε στον καθρέφτη κι έτριβε τα μάγουλά της για να φύγουν κάνοντάς τα ακόμα πιο κόκκινα.

Ψηλοί κύριοι με μεγάλα παπούτσια, μακριά παλτά και γραβάτες της ανακάτευαν τα μαλλιά αντί για φιλιά. Τους κοιτούσε όλους στα χέρια ψάχνοντας να βρει το δώρο της. Όταν έφευγαν όλοι κι αφού είχε παίξει ώρες με όλα τα παιχνίδια στο δωμάτιό της, τα ανέβαζε στο κρεβάτι της και κοιμόταν ανάμεσά τους το βράδυ.

Και μετά όλα τέλειωναν. Ούτε κόσμος μπαινόβγαινε στο σπίτι, ούτε δώρα, ούτε περίεργα φαγητά ούτε μπισκότα, ούτε αρώματα, ούτε χριστουγεννιάτικα στολίδια.

«Μαμά, που πήγαν όλοι;», την ρωτούσε καθώς εκείνη ξεστόλιζε το δέντρο.
«Δεν μπορούμε να κρατήσουμε το δέντρο όλο το χρόνο;», συνέχιζε.
«Όχι, Άννα!», της έλεγε αγανακτησμένη. «Τα Χριστούγεννα φύγανε!»
«Γιατί; Να τους πούμε να ξανάρθουν. Για δύο μερούλες μόνο. Όχι πολύ!»

Η μητέρα της δεν απάντησε.

«Τουλάχιστον εγώ να κρατήσω τα φωτάκια στο δωμάτιό μου; Και τον Άγιο Βασίλη που μου έφερε ο θείος Γιώργος;», παρακάλεσε.
«Άννα, είναι γρουσουζιά να κρατάς τα χριστουγεννιάτικα στολίδια αφού περάσουν τα Χριστούγεννα!»

Σήμερα, η Άννα, 36 χρονών πια, ξεστολίζει μεν το δέντρο, κατεβάζει τις γιρλάντες και κρύβει τους άγιους βασίληδες και τα αγγελάκια. Κρατάει, όμως τα φωτάκια κρεμασμένα στα παράθυρα ή τυλιγμένα γύρω από μεγάλες γλάστρες όλο τον χρόνο. Ψήνει τα σπιτικά μπισκότα που της έμαθε η μητέρα της και τα συνοδεύει πάντα με γάλα. Καλεί συχνά κόσμο σπίτι και τους μαγειρεύει περίεργα φαγητά.

Όταν αγοράζει κάτι για τον εαυτό της ζητάει να της το τυλίξουν για δώρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου