Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Νέοι ορίζοντες στην προγεννητική διάγνωση

Η Μαρκέλλα Μίκελσεν, Γενετίστρια, Κλινικό Διαγνωστικό Εργαστήριο Μοριακής Βιολογίας και Kυτταρογενετικής «Genomedica», εξηγεί την δυνατότητα προγεννητικού ελέγχου, ώστε οι γονείς να είναι σίγουροι για την υγεία του εμβρύου τους.

Ο προγεννητικός έλεγχος ρουτίνας που αναφέρεται στη λήψη χοριακών λαχνών ή την αμνιοπαρακέντηση, περιλαμβάνει 2 εξετάσεις: την ταχεία διάγνωση ανευπλοειδιών με τη μοριακή τεχνική QF-PCR (ή FISH) και τον κλασικό καρυότυπο.

Η πρώτη εφαρμογή της ταχείας διάγνωσης ανευπλοειδιών έγινε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 με σκοπό τον αποκλεισμό μόνο των φυλετικών ανευπλοειδιών καθώς και των τριών πιο συχνά εμφανιζόμενων ανευπλοειδιών, στα χρωμοσώματα 21 (σύνδρομο Down), 18 (σύνδρομο Edwards) και 13 (σύνδρομο Patau) εντός 24 - 48 ωρών από τη δειγματοληψία.
Το τελικό αποτέλεσμα του προγεννητικού ελέγχου βασίζεται στην ανάλυση του καρυότυπου από κύτταρα καλλιέργειας χοριακών λαχνών ή αμνιακού υγρού.

Ο καρυότυπος παρέχει πληροφορίες και για τα 46 χρωμοσώματα που βρίσκονται σε κάθε κύτταρο και επομένως είναι μία πιο αναλυτική εξέταση συγκριτικά με την ταχεία διάγνωση ανευπλοειδιών με τη μέθοδο QF-PCR. Συγκεκριμένα, ανιχνεύονται ανευπλοειδίες (απουσία ή παρουσία ενός επιπλέον χρωμοσώματος) και στα 22 ζεύγη χρωμοσωμάτων καθώς και στα 2 φυλετικά χρωμοσώματα.

Επιπλέον, μπορούν να εντοπιστούν δομικές αναδιατάξεις των χρωμοσωμάτων οι οποίες είτε έχουν κληρονομηθεί από έναν από τους δύο γονείς (οικογενής δομική αναδιάταξη) είτε είναι de novo (εμφανίζονται για πρώτη φορά στο έμβρυο). Ωστόσο, η ευκρίνεια της μεθόδου του καρυότυπου περιορίζεται από την ποιότητα των χρωμοσωμάτων καθώς και από τη διακριτική ικανότητα του μικροσκοπίου.

Τυπικά, σε δείγμα προγεννητικού ελέγχου, η μικρότερη δομική ανωμαλία που μπορεί να ανιχνευτεί κυμαίνεται μεταξύ 2-5 MB του DNA (1MB = 1.000.000 βάσεις DNA). Ως σύγκριση, το γονίδιο της κυστικής ίνωσης, ένα σχετικά μεγάλο γονίδιο, αποτελείται από περίπου 250.000 βάσεις. Aυτό σημαίνει ότι η μερική ή πλήρης απουσία ενός γονιδίου δεν θα μπορούσε να ανιχνευθεί με τον κλασικό καρυότυπο, ακόμη και αν το φαινοτυπικό αποτέλεσμα μίας τέτοιας γενετικής ασθένειας είναι πολύ σοβαρό. Συμπερασματικά, παρόλο που ο κλασικός καρυότυπος είναι μία σημαντικά πληροφοριακή και οικονομικά προσιτή εξέταση που αφορά το σύνολο των χρωμοσωμάτων, η ευκρίνειά του είναι περιορισμένη.

Στη Genomedica, δίνεται η δυνατότητα περαιτέρω ελέγχου συγκεκριμένων περιοχών του γονιδιώματος με πολύ μεγαλύτερη ευκρίνεια από αυτή του κλασικού καρυότυπου, χρησιμοποιώντας τη διαγνωστική εξέταση MLPA (multiple ligation-dependent probe amplification). Η μέθοδος αυτή βασίζεται στην τεχνολογία DNA και ελέγχει ταυτόχρονα 21 περιοχές του γονιδιώματος (21 σύνδρομα) που συνδέονται με καλά μελετημένα σύνδρομα, υπεύθυνα για το 10% περίπου των παιδιατρικών περιπτώσεων νοητικής υστέρησης όπως τα: Di George, Williams, Smith-Magenis, Prader-Willi, Angelman, κα.

Στην πλειοψηφία τους σχετίζονται με ήπια έως σοβαρή νοητική υστέρηση και ανάλογα με το σύνδρομο με χαρακτηριστικά όπως καρδιακές ανωμαλίες, δυσμορφίες, μικρό προσδόκιμο ζωής, κτλ.

Γίνεται φανερό ότι η σπουδαιότητα εφαρμογής του MLPA στη ρουτίνα της προγεννητικής διάγνωσης έγκειται στο γεγονός ότι η πλειοψηφία των συνδρόμων αυτών δεν είναι ικανά να ανιχνευθούν με τον κλασικό καρυότυπο. Επιπλέον, ΔΕΝ απαιτούνται περαιτέρω εξετάσεις πέρα της αμνιοπαρακέντησης ή της λήψης χοριακών λαχνών, ενώ ταυτόχρονα σημαντικά πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι ο σύντομος χρόνος απάντησης και η προσιτή τιμή.

Με τη γενετική τεχνολογία να αναπτύσσεται σε τόσο γρήγορους ρυθμούς, είμαστε πλέον σε θέση να προσφέρουμε διαγνωστικά τεστ που χρησιμοποιούν την τελευταία τεχνολογία στην προσπάθειά μας να εξαλείψουμε τις γενετικές νόσους από τις επόμενες γενεές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου